ΑΠΟΨΕΙΣ

Εργασιακές μεταρρυθμίσεις για τη στήριξη του Ασφαλιστικού μας συστήματος

Η χώρα μας μεταξύ 2011-2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της, μεταξύ άλλων λόγω της γέννησης λιγότερων παιδιών εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να έχει πλέον έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη, καθώς πάνω από το ένα πέμπτο των κατοίκων της (το 21%) είναι άνω των 65 ετών. Τούτο όπως γίνεται αντιληπτό έχει άμεσες επιπτώσεις στο συνταξιοδοτικό μας σύστημα .

Αν η δημογραφική μας κατάσταση συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση, η αναλογία εργαζομένων - συνταξιούχων θα πάει στο ένας προς ένας -1/1-. Θα δουλεύει ένας ασφαλισμένος για να συντηρεί έναν συνταξιούχο, γεγονός που καθιστά ταυτόχρονα προβληματική τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος.

Μεταξύ 2008 και 2013, χάθηκαν 900.000 θέσεις εργασίας. Οι νέες θέσεις εργασίας που προσδοκούμε, δεν μπορούν να δημιουργηθούν εκεί όπου χάθηκαν οι παλιές, επειδή πολλές από αυτές δεν ήταν βιώσιμες. Θα πρέπει συνεπώς να δημιουργηθούν νέες, σε διαφορετικές δραστηριότητες.

Οι πρωταρχικές πηγές της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης βρίσκονται στους κλάδους που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα
αγαθά και υπηρεσίες, δηλαδή στη μεταποίηση, τον ποιοτικό τουρισμό και τις νέες τεχνολογίες.

Η όποια εργασιακή μεταρρύθμιση πρέπει να έχει σαν στόχο να καταστήσει την εγχώρια αγορά ανταγωνιστική. Για το λόγο αυτό απαιτείται εθνικό σχέδιο. Η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να γίνει από την ίδια πόρτα που μπήκαμε σε αυτήν. Οι εργασιακές ρυθμίσεις επηρεάζουν άμεσα τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τον μετασχηματισμό μας σε μια εξαγωγική οικονομία. Η αγορά εργασίας μέχρι το 2009 υπηρετούσε μια κλειστή οικονομία μη διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων, καθώς η παραγωγικότητα της εργασίας δεν αποτελούσε βασικό κριτήριο στη διαμόρφωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας. Άρα επιστροφή σε παλαιούς κανόνες θα ήταν αναντίστοιχη με τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα και στόχευση.

Επιπλέον, ας έχουμε υπόψη ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει επιστρέψει στην κανονικότητα και κινδυνεύει να υποτροπιάσει κάτω από οριζόντιες αναγκαστικές ρυθμίσεις. Η εθνική στρατηγική απασχόλησης πρέπει να  λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους και δημιουργεί τις προϋποθέσεις να επιστραφεί στην κοινωνία το μέρισμα της κερδισμένης παραγωγικότητας.

 Η Ελλάδα, στην πορεία της προς μια παραγωγική οικονομία και ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, έχει ανάγκη από ιδιωτικές επενδύσεις που θα δημιουργήσουν περισσότερες και καλύτερες δουλειές πλήρους μισθωτής απασχόλησης. Οι ευέλικτες μορφές αποτελούν αναγκαίο συμπλήρωμα της αγοράς εργασίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να υπερτερούν αυτών της πλήρους απασχόλησης. Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι αναγκαίες για επιχειρήσεις και κλάδους όπως, π.χ., το λιανικό εμπόριο.

Επιπλέον, όταν δεν υποκρύπτουν ημιδηλωμένη πλήρη απασχόληση και είναι επιλογή του εργαζομένου, αποτελούν πηγή εισοδήματος για ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Το υψηλό μη μισθολογικό κόστος της εργασίας επηρεάζει και το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, ενώ δημιουργεί ώθηση προς την αδήλωτη ή υποδηλωμένη εργασία αλλά και στην προσχηματική αυτοαπασχόληση.

Το γεγονός αυτό αποτελεί μια από τις σημαντικότερες στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά εργασίας και το πλέον σοβαρό πρόβλημα για τις εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις.

Κατά συνέπεια πρέπει να πάψουμε να υπερφορολογούμε την παραγωγική εργασία και για λόγους οικονομικής αποτελεσματικότητας και ανάπτυξης, αλλά και για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης και ανταγωνιστικότητας.

Μόνο σε συνθήκες βιώσιμης απασχόλησης θα καταφέρουμε να στηρίξουμε αποτελεσματικά το ασφαλιστικό μας σύστημα.

Καρβέλης Γιάννης - Περιφερειακός διευθυντής ΟΑΕΔ- Τομεάρχης ΝΟΔΕ Αχαίας

 

Search